Την Τετάρτη 26 Ιουνίου 2013 έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 62 ετών ο Θωμάς Τζιας από τα Σωφράτικα Κάτω Δρόπολης Αργυροκάστρου, ιδρυτικό μέλος της Ομόνοιας και ηγετικό στέλεχος του Κόμματος των Ελλήνων ΕΕΜΜ. Τον τελευταίο χρόνο είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά από την καρδιά του και τους τελευταίους μήνες έδειχνε να αναρρώνει από την επέμβαση που είχε κάνει τον χειμώνα στην Αθήνα.
Από τον περασμένο Μάιο είχε επιστρέψει στο χωριό ώστε να είναι παρών στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση προκειμένου να βοηθήσει το κόμμα του οποίου ήταν μέλος στο Προεδρείο του κατά την προεκλογική περίοδο.
Τελικά χθες έμελλε να εγκαταλείψει αυτό τον κόσμο. Η κηδεία του έγινε σήμερα από το Νεκροταφείο των Σωφρατίκων όπου αναπαύεται αιώνια.
Στην οικογένεια του εκφράζουμε τα θερμά συλλυπητήρια μας και να είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει.
Ως αφιέρωμα στη μνήμη του αναδημοσιεύουμε την συνέντευξη που μας είχε δώσει τον Ιανουάριο του 2012 με αφορμή τη συμπλήρωση 21 χρόνων από την ίδρυση της Ομόνοιας:
Αναμνήσεις και σκέψεις του Θωμά Τζια για την ίδρυση και την πορεία της Ομόνοιας
Στα τέλη του 1990 πήγα στην Ελληνική Πρεσβεία στα Τίρανα, όπου συνάντησα τον Νίκο Κανέλλο, που ήταν πρώτος γραμματέας της Πρεσβείας και του είπα για το τι μπορούμε να κάνουμε σαν Έλληνες. Αφού οι Αλβανοί άρχισαν να οργανώνονται δειλά δειλά με τα πρώτα τους δημοκρατικά βήματα, έπρεπε και μεις να κάναμε κάτι. Η γνώμη η δική μου τότε ήταν αρχικά μήπως μπορούσαμε να κάνουμε ένα «χριστιανοδημοκρατικό» κόμμα.
Η απάντηση ήταν να σηκώσει τους ώμους και να πει «δεν ξέρω, αυτά τα ξέρετε εσείς». Εμείς όμως δεν ξέραμε πολλά, αφού ούτε ενημερωμένοι ήμασταν, ούτε τους νόμους ξέραμε καλά. Φεύγοντας από κει πήγα σε έναν συγχωριανό μου, τον Βαγγέλη Νάστο.
Εξέφρασα τις ιδέες μου και σ’ αυτόν και μου είπε «όχι, θα κάνουμε την Ομόνοια, θα οργανωθούμε σε μία οργάνωση καθαρά ελληνική».
Είχαμε συναντήσεις με τον Μπάρκα, τον Κίκη, τον μακαρίτη τον Μπούκα και άλλους και καταλήξαμε ότι έπρεπε να προχωρήσουμε στην ίδρυση της οργάνωσης. Έτσι ξεκίνησα και μπήκα στην οργάνωση των Ελλήνων, όπου ήμουν ένα από τα ιδρυτικά μέλη της.
Η συνάντηση κανονίστηκε στις 11 Ιανουαρίου 1991 και αρχικά πήγαμε στο Βιρό έξω από το Αργυρόκαστρο. Αλλά επειδή μας ενημέρωσαν ότι δήθεν μας κυνηγά η Sigurimi, αν και δεν ήξερα από που ακριβώς ερχόταν η πληροφορία, αποφασίσαμε να μετακινηθούμε στη Δερβιτσάνη.
Με διάφορα μέσα λοιπόν, από το Βιρό πήγαμε στη Δερβιτσάνη, όπου εκεί το απόγευμα ως το βράδυ, σχεδόν χωρίς φως, κάναμε τη συνάντηση και εγκρίναμε το καταστατικό της Ομόνοιας, ως οργάνωση όλων των Ελλήνων.
Θυμάμαι ότι ήταν απέξω ο Τηλέμαχος Κονίνης και άλλος ένας δάσκαλος όπου φύλαγαν το χώρο για να μας ειδοποιήσουν μην έρθει κανείς. Κάναμε την κίνηση αυτή σχεδόν μυστικά. Δεν είχε φώτα εκείνο το βράδυ.
Από κει και πέρα αναδείξαμε την επιτροπή που θα πήγαινε το καταστατικό στα Τίρανα όπου θα γινόταν η έγκριση του. Ύστερα από μέρες η οργάνωση εγκρίθηκε και μετά συμμετείχαμε στις πρώτες βουλευτικές εκλογές.
Η ίδρυση μίας ελληνικής οργάνωσης ήταν σαν όνειρο για μένα. Πάντα ήθελα να γινόταν κάτι τέτοιο.
Αφού μπήκαμε στη Βουλή με πέντε βουλευτές, οι Αλβανοί ξέροντας να κάνουν καλά τη δουλειά τους, δεν ήθελαν εμείς σαν Έλληνες να παίρνουμε μέρος στα πολιτικά δρώμενα εκφράζοντας την άποψη μας. Έτσι απαγόρευσαν την κοινοβουλευτική δράση της Ομόνοιας.
Τότε υποχρεωτικά εμείς, βλέποντας και τον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στην Ελλάδα, βλέποντας τι γίνεται στα Βαλκάνια όπως στη Βουλγαρία που είχε δικό της κόμμα η μουσουλμανική μειονότητα, το «Κόμμα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», αποφασίσαμε να ιδρύσουμε ένα κόμμα όχι αποκλειστικά ελληνικό, αλλά να περιλαμβάνει κι άλλες εθνότητες εντός της Αλβανίας, το Κόμμα «Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».Ήμουν ο πρώτος πρόεδρος αυτού του κόμματος και χρειάστηκε διπλωματία για να το προχωρήσουμε. Στα μέρη μας μπορέσαμε και συγκεντρώσαμε υπογραφές αλλά έπρεπε να μαζέψουμε και στα Τίρανα ώστε να μπορέσουμε να κατεβάσουμε υποψηφιότητες. Αρχικά είχαμε τις αντιρρήσεις όπως του μακαρίτη του Θωμά Σάρρα και του Βαγγέλη Νάστου στο να γίνει άλλο κόμμα κι αυτό μάλλον γιατί είχαν κάποια αξιώματα στην Ομόνοια και φοβήθηκαν μην τα χάσουν. Τους είπα κι εγώ και τους έπεισα μετά από δύο μέρες, ότι το νέο κόμμα που θα ιδρυθεί δεν θα καταργήσει την Ομόνοια αλλά γίνεται για να μπορέσει ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός να διεκδικήσει τα δικαιώματα του με άλλο τρόπο αφού δεν επέτρεπαν στην Ομόνοια να συμμετέχει ως κόμμα στη Βουλή.
Αφού μας βγάζουν από την πόρτα, ας μπούμε από το παράθυρο. Και αυτό κάναμε και τους έπεισα. Γιατί ο νόμος έλεγε πως πρέπει να έχεις εγγεγραμμένα μέλη σε 22 περιφέρειες για να κατεβάσεις υποψήφιους στις εθνικές εκλογές και τις 9 ζώνες που είχαν τα Τίρανα έπρεπε να τις είχαμε μέσα ώστε να καταφέρουμε να κατεβάσουμε υποψηφίους.
Με δυσκολίες τους έπεισα ύστερα και από πίεση άλλων μελών της Ομόνοιας, ώστε να μπορέσουμε να κερδίσουμε το στοίχημα ότι θα συμμετέχουμε σε όλη την επικράτεια το 1992.
Αργότερα, επειδή στους ηγέτες της Ομόνοιας έβλεπα κάποια σημάδια όχι καλά, είχα εκφράσει την άποψη, σε κάποιο γραφείο στα Γιάννινα, όπου ήταν παρόντες μεταξύ άλλων ο κ. Καρκαμπάσης και ο πρόεδρος του Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Ερευνών Ξενοφών Κουντούρης, ότι πρέπει να καθαριστεί η Ομόνοια γιατί δεν πάνε καλά τα πράγματα.
Κάποια στιγμή έστειλαν το βράδυ τον κ. Μακαριάδη, τον έναν από τους δύο πρώτους βουλευτές που βγήκαν με το ΚΕΑΔ και μου πήραν τη σφραγίδα.
Αυτό που είχα πει ήταν ότι πρέπει να γίνουν αλλαγές στην Ομόνοια γιατί είχαν αρχίσει οι φαγωμάρες και το φαγόποτι.
Τους είχα ζητήσει τρεις μήνες διορία ώστε να καθαρίσουμε την Ομόνοια και αυτό δεν άρεσε σε κάποιους κύκλους. Τότε πρόεδρος της Ομόνοιας ήταν ο Σωτήρης Κυριαζάτης. Κι έτσι πήγαμε από το κακό στο χειρότερο. Στη θέση μου έγινε πρόεδρος του ΚΕΑΔ ο Βασίλης Μέλιος, άνθρωπος μέτριος σαν πολιτικός, αλλά εκλεκτός του Κυριαζάτη. Παρ’ όλα αυτά συνέχισα να υποστηρίζω την Ομόνοια και το ΚΕΑΔ όσο μπορούσα. Βέβαια έφυγα από τη Βόρειο Ήπειρο το 1993, για οικονομικούς λόγους, ώστε να μπορέσω να ζήσω την οικογένεια μου, αλλά όποτε γίνονταν εκλογές, βουλευτικές ή δημοτικές, επέστρεφα στο χωριό μου στα Σωφράτικα και στη Δρόπολη, για να βοηθήσω στους προεκλογικούς αγώνες της Ομόνοιας και του ΚΕΑΔ. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις ήμουν παρών.
Η ηγεσία της Ομόνοιας είχε πάρει στραβό δρόμο μετά το 1993 και τη δίκη των πέντε. Ο λαός της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας ακολούθησε πιστά την οργάνωση στην αρχή. Έγιναν όμως σφάλματα από την ηγεσία, εμφανίστηκαν τα συμφέροντα και αλλοιώθηκε η εικόνα της Ομόνοιας.
Το κακό ξεκίνησε με τον ερχομό του Μπορνόβα στο Προξενείο Αργυροκάστρου οπότε και άρχισε ο πόλεμος κατά της καθαρής Ομόνοιας, της Ομόνοιας των οραμάτων που είχαμε βάλει σαν βάση πάνω στα οποία θα πορευόταν η οργάνωση.
Η Ομόνοια ακολουθούσε τη γραμμή ότι «όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στην οργάνωση, αλλά στο ιερό θα μπαίνουν οι πιο καθαροί». Ήταν σωστό αυτό κατά τη γνώμη μου, αφού δεν γινόταν να μπει στην ηγεσία κάποιος που έκανε εγκλήματα κατά του Ελληνισμού. Αυτό έπρεπε να ισχύει στο χθες αλλά και στο σήμερα. Δυστυχώς την ηγεσία δεν την ανέλαβαν οι πιο καθαροί. Τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων έδειξε τι δρόμο ακολούθησαν η Ομόνοια με το ΚΕΑΔ.
Τότε η αλβανική νομοθεσία δεν επέτρεπε την ύπαρξη ενός κόμματος με εθνικό χαρακτήρα. Εδώ και χρόνια όμως ο νόμος άλλαξε κάτω από την ευρωπαϊκή πίεση. Έτσι μπορέσαμε να ιδρύσουμε ένα κόμμα καθαρά σε ελληνική εθνική βάση και αν δεν το κάναμε θα ήμασταν υπόλογοι.
Το νέο κόμμα, το Κόμμα των Ελλήνων, η Εθνική Ελληνική Μειονότητα για το Μέλλον, ήρθε για να διαδραματίσει αυτό το ρόλο, να πάει το εθνικό μας ζήτημα μπροστά, ώστε να επιλυθεί με τη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας. Εγώ δεν διεκδικώ οφίκια, εξουσίες και καρέκλες από αυτό το κόμμα, θα είμαι απλός στρατιώτης και με την εμπειρία μου θα βοηθήσω να μην επαναληφθούν τα λάθη που έγιναν με την Ομόνοια.
(Στις φωτογραφίες ο Θωμάς Τζιας στο Αρχαίο Θέατρο της Αδριανούπολης και με τον γιο του Βαγγέλη με φόντο το χωριό του τα Σωφράτικα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου