Κατά την Τουρκοκρατία οι Βλάχοι εμφανίζονται ως ένας άρτια συγκροτημένος πληθυσμός με ευρεία κατανομή στα βαλκάνια. Είναι υπό την προστασία της Βαλιντέ σουλτάνας (δηλαδή της μητέρας του Σουλτάνου), γεγονός που τους εξασφαλίζει σχετική ανεξαρτησία με καταβολή ασήμαντου σχετικά φόρου. Φτιάχνουν τα περίφημα τσελιγκάτα, τα αρματολίκια, τους βρίσκουμε κτηνοτρόφους, αγωγιάτες, βιοτέχνες, τεχνίτες κι εμπόρους.
Κατά τον 16ο - 17ο αι. μ.Χ. οργανώνονται αρκετές βλάχικες κοινότητες οι οποίες και ακμάζουν πάρα πολύ (Μέτσοβο, Καλλαρύτες, Ζαγόρι). Από όλες αυτές ιδιαίτερη σημασία έχει η πόλη της Μοσχόπολης (ή Βοσκόπολης), κοντά στη σημερινή Κορυτσά, όπου ιδρύεται και το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο γύρω στα 1730, ιδρύεται η Νέα Ακαδημία του Πλάτωνα, και λειτουργεί τυπογραφείο όπου τυπώνονται τα πρώτα ελληνικά βιβλία. Αρχίζει και σχηματίζεται μια αστική τάξη Αρμάνων (Βλάχων) στα βαλκάνια που έδωσε φοβερή ώθηση στα γράμματα το εμπόριο και τον πολιτισμό (Ν. Μέρτζος, Α. Κουκούδης).
Κατά τον 18ο αι. μ.Χ. με την ανάπτυξη του εμπορίου πολλοί Βλάχοι μεταναστεύουν στις Ρωσία, Ουγγαρία, Αυστρία, Σερβία και φυσικά στις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Βλαχία, Μολδαβία, οι οποίες το 1859 ενώνονται για να φτιάξουν τη σύγχρονη Ρουμανία), οι οποίες την εποχή εκείνη είναι ημιαυτόνομες περιοχές. Εκεί οι Βλάχοι αποτελούν την αστική τάξη μαζί με τους Φαναριώτες (επιφανείς Έλληνες από το Φανάρι της Κωνσταντινούπολης που αποτελούν την άρχουσα τάξη). Η άνθηση αυτή των Βλάχικων κοινοτήτων διακόπτεται με τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τη δημιουργία των εθνικών κρατών που βρίσκει τους Βλάχους διασκορπισμένους σε όλη την βαλκανική. Μέχρι το 1850 κανείς δεν αμφισβητεί την ελληνικότητα των Αρμάνων βλάχων. Χαρακτηριστικά το Οθωμανικό κράτος στις στατιστικές του συμπεριλαμβάνουν τους Αρμάνους μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες ενώ οι ίδιοι ποτέ δεν θέλησαν από μόνη τους να διαφοροποιηθούν ως ξεχωριστό έθνος μη νιώθοντας ότι έχουν διαφορετική εθνική συνείδηση από τους Έλληνες..
Από το 1850 έως και το 1877 είχε αναπτυχθεί μια ρουμανική δραστηριότητα προσάρτησης των Αρωμανικών πληθυσμών στη Ρουμανία με τη μορφή ενός ανεξάρτητου κρατιδίου με πρωτεργάτη το ρουμανόφρωνα Απόστολου Μαργαρίτη (Apostol Margarit). Εν τω μεταξύ το Οθωμανικό κράτος το 1905 αρκετά συρρικωμένο, υπό την πίεση της Αυστρίας και της Ουγγαρίας αναγνωρίζει το Αρμάνικο έθνοs, "Aromanian millet" στην Κωνσταντινούπολη υπό τον Σουλτάνο Abdul Hamid τον δεύτερο.
Την ίδια περίοδο η Ελλάδα είχε μεγαλώσει τα συνορά της αλλά έπερεπε να τα διατηρήσει κυρίως από τις βλέψεις της Βουλγαρίας. Τότε ο Ε. Βενιζέλος αναγνωρίζει Ρουμανοβλαχική μειονότητα στην Ελλάδα(;) Συγκεκριμένα τον Ιούλιο 1913υπογράφεται στην Ρουμανία η Συνθήκη του Βουκουρεστίου μεταξύ Βενιζέλου και Titu Maiorescu, η οποία μεταξύ άλλων παρέχει πλήρη αυτονομία εις τα Κουτσοβλαχικά σχολεία και Εκκλησίες της Ελλάδος. Η σχετική διπλωματική διακοίνωση προς την Ρουμανική κυβέρνηση που υπογράφεται από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο αναφέρει τα εξής:
"Εν Βουκουρεστίω τη 23η Ιουλίου 1913 Προς τον πληρεξούσιον της βασιλικής Ρουμανικής Κυβερνήσεως εν τη εν Βουκουρεστίω Συνδιασκέψει:
Η Ελλάς συγκατατίθεται να παράσχει αυτονομίαν εις τας των Κουτσοβλάχων Σχολάς και εκκλησίας τας ευρισκομένας εν ταις μελλούσαις ελληνικαίς κτήσεσι και να επιτρέψει την σύστασιν επισκοπής διά τους Κουτσοβλάχους τούτους, της Ρουμανικής κυβερνήσεως δυναμένης να επιχορηγή υπό την επίβλεψιν της ελληνικής κυβερνήσεως, τα ειρημένα ενεστώτα και μέλλοντα θρησκευτικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα".
Όπως επισημαίνει και ο δημοσιογράφος Ν Μέρτζος η Ελλάδα τότε είχε σχεδόν διπλασιατεί και έπρεπε ο Βενιζέλος οπωσδήποτε να κατοχυρώσει τα νέα σύνορα κυρίως σε ότι αφορούσε τη Βουλγαρία έχοντας με το μέρος του το διαμεσολαβητή δηλ τη Ρουμανία. Η Ελλάδα έπρεπε να απολέσει κάτι και επιλέγει ως Ιφιγένεια να θυσιάσει τους Αρωμανικούς πληθυσμούς. Κάτι που έγινε και 10 χρόνια αργότερα, στις 29 Σεπτεμβρίου 1923, όπου ο Βενιζέλος υπογράφει για την Ελλάδα στις Σέβρες της Γαλλίας, ακόμα μία ιστορική συνθήκη, γνωστή ως Συνθήκη περί προστασίας των εθνικών μειονοτήτων (Συμπλήρωμα της Συνθήκης των Σεβρών του 1920), που παρέχει επιπρόσθετη προστασία στις Βλαχικές κοινότητες της Ηπείρου. Στο σχετικό άρθρο 12 αναφέρονται τα εξής: "Η Ελλάς συμφωνεί να παραχωρήσει υπό τον έλεγχο του ελληνικού κράτους, εις τας Βλαχικάς κοινότητας της Πίνδου, τοπική αυτονομία ως προς τα θρησκευτικά ή σχολικά ζητήματα"
Τελικά το μόνο που ΄συνέβη ήταν "λίγα σχολεία με πολλούς ρουμανίζοντες δασκάλους αλλά δίχως μαθητές" όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αθανάσιος Χρυσοχόου.
Στον πόλεμο του ’40 μετά την πλήρη κατάληψη της Ελλάδας εκδηλώνεται έντονη δραστηριότητα των Ρουμανιζόντων στα βλαχοχώρια με επίκεντρο την Λάρισα που δημιουργείται κίνηση γαι την δημιουργία ανεξάρτητου Βλάχικου κράτους (¨Πριγκιπάτο της Ηπείρου¨) που θα περιλαμβάνει την Δυτ. Μακεδονία, την Ήπειρο και την Θεσσαλία μέχρι τον Δομοκό. Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκε στην Λάρισσα με επικεφαλής τους Αλκ. Διαμάντη, Νικ. Ματούση και Βασ. Ραπουτίκα η 5η Ρωμαϊκή Λεγεώνα. Στις 6 Ιανουαρίου 1942 με πρωτοβουλία του Ευάγγελου Αβέρωφ γίνεται μία δήλωση στην οποία τονίζεται η ελληνικότητα των Βλάχων και η οποία σηματοδοτεί την έναρξη της αντίστασης.
Οι Ρουμανικές εκκλησίες και τα σχολεία λειτούργησαν στην Ελλάδα μέχρι και το 1944επειδή στη Ρουμανία κλείσανε τα ελληνικά σχολεία. Καταργήθηκαν το 1945 μετά την κομμουνιστικοποίηση της Ρουμανίας και την άρση της υποστήριξης προς την Ρουμανοβλαχική μειονότητα στην Ελλάδα. Ο κυριότερος λόγος που "ξεφούσκωσε" όμως τα μεγαλεπήβολα σχέδια των ρουμανοφρόνων ήταν οι ίδιοι οι Αρμάνοι. Τελικά είτε εξαιτίας της άγνοιας του Βενιζέλου για την συνεχή ιστορική παρουσία των Αρμάνων στην Ελλάδα, που όπως αναφέρθηκε προϋπήρξαν του Ρουμανικού κράτους, είτε επειδή ηθελημένα θυσίασε ένα μέρος των Ελλήνων στο βωμό των διαπραγματεύσεων, τελικά εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε ότι η συμφωνία δεν μπορούσε να επικυρώσει κάτι που δεν υφίστατο. Η συμμετοχή των ίδιων των Αρωμανων σε αυτή την προσπάθεια εκρουμανισμού υπήρξε ασθενής προς μεγάλη απογοήτευση των ρουμάνων ιθυνόντων και παρόλα τα οικονομικά οφέλη που πρόσφεραν. Οι κάτοικοι που "εξαγοράστηκαν" και μετανάστευσαν στη γη της Επαγγελίας εξαπατήθηκαν αλλά λίγοι μπόρεσαν να γυρίσουν πίσω. Οι Αρμάνοι της Ελλάδας είχαν σε αυτόν τον αγώνα πολύτιμη βοήθεια από τους επιφανείς Έλληνες Βλάχους λόγιους και ευεργέτες.
Τελικά οι Αρμάνοι της Ελλάδας κατάφεραν να διατηρήσουν την ελληνική τους ταυτότητα με φανατισμό παλεύοντας με όλους τους εχθρούς της Ελλάδας και σήμερα η γνώση της ιστορίας δεν αφήνει πολλά περιθώρια για "χειραγώγησή μας" από κανένα προπαγανδιστικό κίνημα όπως δυστυχώς μπορεί να συμβεί στις γείτονες χώρες της Αλβανίας και των Σκοπίων. Το μόνο θέμα πια είναι το "ιερό χρέος" των απογόνων των Αρμάνων της Ελλάδας με σύμμαχο την ιστορία και τις σύγχρονες επιστήμες (γλωσσολογία, γενετική) να αποκαταστήσουν την αλήθεια για μια παρεξηγημένη και πολύ ταλαιπωρημένη ομάδα ανθρώπων που επέμενε ελληνικά ακόμα και όταν το επίσημο κράτος τους χρησιμοποίησε ως εξιλαστήρια θύματα.
Την τελευταία πενταετία έχουν δημοσιευθεί μια σειρά από άρθρα τα οποία έχουν ως αντικείμενο τη διερεύνηση των σχέσεων των πληθυσμών της βαλκανικής χερσονήσου, με βάση το γενετική τους σύσταση, δηλαδή το DNA που φέρουν. Αυτές οι μελέτες περιλαμβάνουν ομάδες από πληθυσμούς κυρίως της Αλβανίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας Βορειοανατολικής Ελλάδας και FYROM και ομάδες λατινόφωνων βαλκανικών πληθυσμών. Σε όλες αυτές τις επιστημονικές μελέτες οι λατινόφωνοι βαλκανικοί πληθυσμοί αναφέρονται ως "Aromuns" που μπορούν να μεταφραστούν ως Αρωμούνοι ή Αρμάνοι. Από τις μελέτες αυτές ξεχωρίζει η πιο πρόσφατη μελέτη των Bosch και συν με τίτλο "Paternal and maternal lineages in the Balkans show a homogeneous landscape over linguistic barriers, except for the isolated Aromuns", που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Annals of Human Genetics (2006, Jul; 70(Pt4):4579-87) για τρεις βασικούς λόγους:
1) δημοσιεύτηκε σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό (IF ~3.2)
2) χρησιμοποιεί πολυμορφικούς δείκτες από μιτοχονδριακό DNA(mtDNA, μεταφέραι μόνο από τη μητέρα) και από το Υ χρωμόσωμα (μεταφέρεται μόνο από τον πατέρα)
3) φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα συνεργασίας εργαστηρίων από πολλές χώρες καθώς επίσης και από τις εμπλεκόμενες (University Pompeu Fabra, Barcelona, Spain/University of Ulm, Germany/ Heinrich-Heine-University Dusseldorf, Germany/Medical Faculty Skopje, FYROM/University Tirana, Albania/ Δημοκρίτειο Πανεπιστήμειο Θράκης, Κομοτηνή, Ελλάδα/ University Ovidius, Constanta, Romania). Είναι σημαντικό, για ευνόητους λόγους, που σε μια τέτοια μελέτη υπάρχει και ελληνική συμμετοχή από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, με υπεύθυνο καθηγητή τον κ Ν. Ξηροτύρη (Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας).
Σημείωση: Όταν αναφερόμαστε σε πολυμορφικούς δείκτες στη γενετική εννούμε μεταλλάξεις(αλλαγές) στο γενετικό υλικό (DNA) οι οποίες δεν σχετίζονται συνήθως με κάποιο εξωτερικό γνώρισμα ή κάποια ασθένεια. Οι αλλαγές αυτές κληρονομούνται από γενιά σε γενιά και είναι δυνατόν να διαφέρουν από άτομο σε άτομο. Υπάρχουν κάποιοι πολυμορφικοί δείκτες (πολυμορφισμοί) που θεωρούνται πιο ασταθείς δηλαδή προσφέρουν περισσότερη ποικιλομορφία και άλλοι δείκτες που είναι πιο σταθεροί σε πολλές γενιές δηλαδή εμφανίζουν τον ίδιο τύπο σε πολλά άτομα.
Είναι προφανές ότι ένα πολυμορφισμός ακόμα και σπάνιος ανάμεσα σε μια οικογένεια ή ένα χωριό ή σε μια κλειστή κοινωνία (π.χ ο εβραϊκός πληθυσμός Εσκενάζι) θα συναντάται σε περισσότερα άτομα, δηλώνοντας κάποιο κοινό πρόγονο που τους το μετέφερε. Από όλους τους πολυμορφικούς δείκτες αυτοί που χρησιμοποιήθηκαν στην μελέτη των Bosch και συν θεωρούνται καταλληλότεροι επειδή μπορούμε να πάρουμε πληροφορίες πιο γρήγορα για πολλές γενιές πίσω, επειδή το μιτοχονδριακό DNA κληρονομείται μόνο από τη μητέρα (ωάριο) ενώ το Υ χρωμόσωμα μόνο από τον πατέρα. Π.χ. εάν γνωρίζουμε ότι ένα άρρεν άτομο έχει στο Υ χρωμόσωμα τον πολυμορφισμό Α αυτός υπήρξε και στον πατέρα του τον παππού του, προπάππο του και ούτω καθεξής.
Επίσης και οι πολυμορφισμοί στο μιτοχονδριακό DNA και στο χρωμόσωμα Y έχουν μελετηθεί εκτεταμένως και επομένως έχουν χαρακτηρισθεί για διάφορες πληθυσμιακές ομάδες και στις πέντε ηπείρους (γεωγραφική κατανομή). Επομένως η μελέτη τους δίνει τη δυνατότητα συγκρισής τους με δεδομένα από άλλες εργασίες παγκοσμίως.
Τα αποτελέσματα της μελέτης συνοπτικά είναι:
1) όλοι οι βαλκανικοί πληθυσμοί που μελετήθηκαν συμπεριλαμβανομένου και των Αρμάνων παρουσιάζουν μεταξύ τους ομοιότητες (ομοιογένεια χωρίς σημαντικές αποκλίσεις) και ξεκάθαρη διαφοροποίησή τους από τον πληθυσμό των Τούρκων και των σλαβικών ομάδων (Κροάτες, Σέρβοι, Πολωνοί, Ουκρανοί, Σλοβένοι, Τσέχοι) (μετά από συγριση με δεδομένα άλλων εργασιών). Αυτό παρατηρήθηκε στο 90% περίπου των πολυμορφισμών που μελετήθηκαν.
2) Δεν φαίνεται να υπάρχουν ιδιαίτερες ομοιότητες με τους πληθυσμούς των χωρών στις οποίες βρίσκονται π.χ όπως οι Αρωμούνοι της Ρουμανίας με τους Ρουμάνους. Επιπλέον φαίνεται ότι οι Αρμάνοι βρίσκονται ενδιάμεσα από τους Έλληνες και τους Ιταλούς και πιο κοντά στους Έλληνες. Επομένως η εργασία απορρίπτει το σενάριο οι Αρμάνοι να προέρχονται από μη ελληνικό πληθυσμό (αρχαίο Δακικό πληθυσμό ή αρχαίους Θράκες) καθώς δεν υπάρχουν ιδιαίτερες ομοιότητες με τους αντίστοιχους πληθυσμούς της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας. Αντίθετα οι συγγραφείς δεν αποκλείουν την πιθανότητα οι Αρμάνοι να αποτελούν εκλατινισμένο ελληνικό πληθυσμό (με επιγαμίες σε ένα μικρό βαθμό με Ιταλούς).
3) Οι Αρωμανικοί πληθυσμοί σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται να διαφοροποιούνται μεταξύ τους και ιδιαίτερα η ομάδα των Αρμάνων της Αλβανίας του Dukasi.
5) Από τους δύο προσεγγίσεις που χρησιμοποιήθηκαν φαίνεται ότι πιο πληροφοριακή είναι η μελέτη του χρωμοσώματος Υ και αυτό εξηγείται από τους συγγραφείς με την υπόθεση ότι οι γυναίκες παντρεύονταν πιο συχνά εκτός του τόπου καταγωγής τους από ότι οι άντρες. Έτσι το μιτοχονδριακό DNA έχει μια πιο ομοιόμορφη διασπορά από ότι το γενετικό υλικό των αρρένων.
Τα παραπάνω θα πρέπει για να αποκτήσουν περισσότερη βαρύτητα να εμπλουτισθούν και με άλλες πολυμορφικές θέσεις του Υ χρωμοσώματος ίσως περισσότερο πληροφοριακές, έτσι ώστε να έχουμε πιο πλήρη εικόνα. Επιπλέον πρέπει να αυξηθούν οι αριθμοί των ατόμων στις διάφορες ομάδες μελέτης και φυσικά να συμπεριληφθούν Αρωμανικές ομάδες της κεντρικής και της βορειοδυτικής Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου