ΣΤΟ ΚΕΛΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ
Πέντε ανθρώπων που σήκωσαν το σταυρό του αγώνα. Πέντε ανθρώπων, που ανεξαρτήτως από τη δίκη, η τύχη τους, η τιμωρία τους, είχε ήδη αποφασιστεί.
Ήταν θανατηφόρα. Άλλο που τα πράγματα πήραν άλλη μορφή.
…Η πόρτα άνοιξε. Μπήκαμε σ’ ένα σιδεροφραγμένο δωμάτιο. Αυστηρός έλεγχος.
Στα ρούχα, στο σώμα, στα παπούτσια. Παντού. Ένα προς ένα.
Ξανά σιδερένιες πόρτες. Ξανά σύρτες και κλειδαριές.
Ήμουν τελευταίος κι έμαθα τη διεύθυνση των φίλων μου. Ο Κώστας και ο Ηρακλής στον Τρίτο όροφο. Ο Παναγιώτης και ο Θεόδωρος στον δεύτερο όροφο.
Ο Παναγιώτης εγκαταστάθηκε
Όταν ξάπλωσε κι ερεύνησε όλο το κελί, το βλέμμα του στάθηκε λίγες πιθαμές πάνω από το κεφάλι του. Στον τοίχο χαραγμένα γράμματα. Σηκώθηκε και τα διάβασε. Ήταν ελληνικά.
Δεν πίστευε στα μάτια του. Τάτριψε. Τα ματάτριψε. Το
Δύο φορές τον καταδίκασαν σε θάνατο. Δύο φορές γλίτωσε.
Φορές-φορές ο Παναγιώτης
«Καημένε πατερούλη μου. Τι διάβολο, την ίδια τύχη έχουμε;»
Μέσα από τα γράμματα, μέσα από το όνομα έρχονταν η απάντηση:
«Ναι παιδί μου. Την ίδια τύχη έχουμε. Την ίδια μοίρα θ’ αντιμετωπίσουμε. Κρατήσου γερά. Όπως ο πατέρας σου. Όπως οι δεκάδες κι εκατοντάδες του ίδιου σκοπού κι οράματος. Ο Θεός μαζί σου…»
Πέντε μέρες έμεινε ο
Με τον «πατέρα» του.
Την άλλη μέρα τον «χώρισαν» από τον πατέρα του. Είχε τρελαθεί.
(Από το βιβλίο «Μέρες αγωνίας» του Βαγγέλη Παπαχρήστου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου